- ταξιφυλλία
- η, Νβοτ. η διάταξη τών φύλλων στον βλαστό τών φυτών, αλλ. φυλλοταξία.[ΕΤΥΜΟΛ. < τάξη + φύλλο + -ία (πρβλ. ταξιανθία)].
Dictionary of Greek. 2013.
Dictionary of Greek. 2013.
ταξιανθία — Σύνολο ανθών, που είναι ενωμένα και διατεταγμένα κατά διάφορο τρόπο για κάθε είδος φυτού. Η τ. είναι χαρακτηριστική για καθένα από τα είδη αυτά. Κάθε τ. φέρεται από ένα μίσχο που συνεχίζεται στον κύριο άξονά της, επάνω στον οποίο προσφύονται… … Dictionary of Greek